Φαίνεται πως τα συμπτώματα από τον COVID19 είναι συχνά ήπια με ένα μικρό ποσοστό να χρειάζεται νοσηλεία, κάποτε όμως σε μονάδες εντατικής θεραπείας, από όπου προκύπτουν και οι αναχωρήσεις ασθενών. Η θνητότητα (ποσοστό των αναχωρήσεων) υπολογίζεται σήμερα από 0,2 έως 2%, αλλά σύντομα θα είμαστε σε θέση να την καθορίσουμε με ακρίβεια, έχοντας αξιόπιστα στοιχεία για τον παρανομαστή του κλάσματος (το σύνολο των νοσούντων από COVID19). Φαίνεται πάντως πως οι αναχωρήσεις προκύπτουν σε όσους πάσχουν ήδη από κάποιο νόσημα και αφορούν, σχεδόν πάντα, υπερήλικες. Τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεση μας από τη γειτονική Ιταλία, όπου η κατανομή των ασθενών που έχασαν τη μάχη ανά ηλικιακή ομάδα είναι εντυπωσιακή: τα 2/3 αφορούν στις ηλικίες 70 έως 90 ετών (32,5% 70 με 79 και 42% 80 με 89 ετών), το 15% αφορά ασθενείς άνω των 90 ετών, το 8,5% ασθενείς 60 έως 69 ετών και λιγότερο από 3% ασθενείς 50 έως 59 ετών. Στον βαθμό που αυτή η σχεδόν αποκλειστική «προτίμηση» του COVID19 για τους υπερήλικες επιβεβαιωθεί και από τα δεδομένα σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, δείχνει έναν ξεκάθαρο στόχο στην προστασία συγκεκριμένης μερίδας του πληθυσμού. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με ακόμα μεγαλύτερη προφύλαξη τόσο ασθενών με χαμηλή ανοσία και καρδιοαναπνευστικές παθήσεις (ομάδες υψηλού κινδύνου) όσο και των υπερηλίκων, οι οποίοι πρέπει να έχουν απόλυτη προτεραιότητα στην αναζήτηση ιατρικής φροντίδας. Οι υπόλοιποι, στη μεγάλη τους πλειοψηφία, θα νοσήσουν χωρίς δραματικά επακόλουθα και καλό θα είναι να μην απευθυνθούν καν σε νοσοκομείο.
Η σύσταση σε όσους έχουν γριπώδη συνδρομή, πιθανότατα από COVID19, να μην απευθυνθούν σε νοσοκομειακές δομές είναι μεγάλης σημασίας, αν θέλουμε το υγειονομικό σύστημα να μπορέσει να ανταπεξέλθει στον όγκο των ασθενών που θα χρειαστούν νοσηλεία. Ο τελευταίος θα είναι σιγουρότατα αυξημένος, πιθανόν σε βαθμό αδυναμίας του υγειονομικού συστήματος και των λειτουργών της υγείας να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των ασθενών. Κρίσιμη παράμετρος ώστε να αντέξει το σύστημα υγείας της χώρας είναι η διασπορά των αναπόφευκτων κρουσμάτων σε μεγάλο χρονικό διάστημα, ώστε και καλύτερη προετοιμασία να υπάρξει και να μειωθεί το φορτίο στις υγειονομικές δομές κάθε δεδομένη χρονική στιγμή.
(Προδημοσίευση από το περιοδικό “Ρυθμοί της Καρδιάς”, τεύχος Μαρτίου/Απριλίου)