Υπέρταση

Το αίμα έχει πίεση κατά την μεταφορά του στο σώμα, που μπορούμε εύκολα να μετρήσουμε σε κάποια από τις κεντρικές αρτηρίες, συνηθέστερα στην αρτηρία του βραχίονα. Κατά την μέτρηση αυτή καταγράφεται μία μέγιστη τιμή, η “μεγάλη” ή συστολική πίεση και μία ελάχιστη τιμή, η “μικρή” ή διαστολική πίεση σε χιλιοστά της στήλης υδραργύρου (mmHg).

Η πίεση του αίματος μεταβάλλεται διαρκώς ανάλογα με την κατάσταση του σώματος και εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως η ελαστικότητα των αρτηριών, ρυθμιστικούς μηχανισμούς του νευρικού συστήματος και τη λειτουργία των νεφρών.

Η μέση πίεση του αίματος επηρεάζει μακροχρόνια την υγεία των αρτηριών, αφού έχει παρατηρηθεί ότι πιέσεις υψηλότερες του μέσου όρου οδηγούν συχνότερα σε καρδιαγγειακό επεισόδιο (εγκεφαλικό επεισόδιο ή έμφραγμα). Μακροχρόνιες παρατηρήσεις έχουν προσδιορίσει τα επίπεδα της συστολικής (“μεγάλης”) πίεσης και της διαστολικής (“μικρής”) πίεσης, πέραν των οποίων αυξάνεται σημαντικά η πιθανότητα καρδιαγγειακού επεισοδίου, οπότε πρέπει να παρεμβαίνουμε με στόχο την επαναφορά της πιέσεως σε φυσιολογικά επίπεδα. Ανώτατα όρια στον γενικό πληθυσμό είναι τα 140mmHg για τη συστολική (14 “μεγάλη”) και τα 90mmHg (9 “μικρή”) πίεση. Διαστολικές πιέσεις μεταξύ 80 -90mHg, όπως και συστολικές 130-140mmHg δεν θεωρούνται φυσιολογικές και αντιμετωπίζονται κατά περίπτωση.

Στην ρύθμιση της αρτηριακής πιέσεως παίζουν πολύ μεγάλο ρόλο η δίαιτα χωρίς αλάτι, η άσκηση και η διατήρηση ιδανικού σωματικού βάρους. Σε σοβαρώτερες περιπτώσεις θα χρειαστεί και φαρμακευτική αγωγή με μία ή περισσότερες ομάδες φαρμάκων.