Εντύπωση προκαλεί η ανάλυση των κλινικών δεδομένων από την πολιτεία της Νέας Υόρκης, η οποία δημοσιεύεται στο περιοδικό Circulation (e-pub ahead of print) και αναδεικνύει σοβαρότατη μείωση εμφραγμάτων και καρδιακής θνητότητας για τους ασθενείς που υποβλήθηκαν σε αγγειοπλαστική συγκριτικά με όσους αντιμετωπίστηκαν μόνο με φάρμακα.
Σε παρακολούθηση 4 ετών η αγγειοπλαστική μείωσε την επίπτωση εμφράγματος/καρδιακού θανάτου (16.5% μετά από αγγειοπλαστική έναντι 21.2%, P=0.003), μειώνοντας ταυτόχρονα τόσο την θνητότητα (10.2% έναντι 14.5%, P= 0.02), όσο και τα εμφράγματα (8.0% έναντι 11.3%, P =0.007), ενώ παράλληλα οδήγησε σε λιγότερες επεμβάσεις επαναιμάτωσης (24.1% έναντι 29.1%, P= 0.005).
Η διαφορά αυτής της μελέτης καταγραφής από την αντίστοιχη τυχαιοποιημένη κλινική μελέτη (Courage, N Engl J Med 2007) δεν πρέπει να ξενίζει, αν κανείς αναλογιστεί τις διαφορές τους. Η μελέτη Courage αφορούσε αγγειοπλαστική με συμβατικά stent, ενώ οι ασθενείς στην ομάδα της φαρμακευτικής (μόνο) αγωγής πέτυχαν άριστα αποτελέσματα σε όλους τους θεραπευτικούς στόχους (μείωση χοληστερόλης, ρύθμιση αρτηριακής πιέσεως και σακχαρώδους διαβήτη). Στην μελέτη καταγραφής δεν αναφέρονται στοιχεία σχετικά με την αποτελεσματικότητα της φαρμακευτικής αγωγής, αλλά είναι μάλλον απίθανο να βρίσκεται στα επίπεδα της τυχαιοποιημένης μελέτης. Δεν αναφέρονται επίσης στοιχεία αναφορικά με την έκταση της ισχαιμίας στους ασθενείς που αντιμετωπίστηκαν με αγγειοπλαστική, αλλά γνωρίζουμε από ανάλυση των δεδομένων της Courage, πως η αγγειοπλαστική μειώνει εμφράγματα/καρδιακό θάνατο όταν τουλάχιστον 10% του μυοκαρδίου ισχαιμεί (Courage Nuclear sub study, Circulation 2008). Είναι λογικό να υποθέσουμε πως στην πλειοψηφία των ασθενών στην καθημερινή κλινική πράξη ισχαιμεί τουλάχιστον 10% του μυοκαρδίου (πρακτικά νόσος 1 αγγείου), οπότε περιμένουμε ωφέλεια από την αγγειοπλαστική σύμφωνα με τα αποτελέσματα της Courage.
Στις παραπάνω διαφορές πρέπει να προσθέσουμε την σχετική αξία κάθε μελέτης καταγραφής, αφού ακόμα και η πιο ενδελεχής στατιστική επεξεργασία (20 διαφορετικοί σχετικοί παράγοντες χρησιμοποιήθηκαν για την ομογενοποίηση των ασθενών στη συγκεκριμένη μελέτη), δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο να υπάρχουν ακόμα διαφορές στις ομάδες που συγκρίνουμε. Ένα μέρος της κριτικής προς την μελέτη Courage, τέλος (JACC 2007), αφορούσε τα κέντρα στα οποία διενεργήθηκε η αγγειοπλαστική, επειδή συμμετείχαν δημόσια μόνο νοσοκομεία, ενώ τα δεδομένα καταγραφής στην πολιτεία της Νέας Υόρκης προέρχονται από αναγνωρισμένα νοσοκομεία που δεν συμμετείχαν στην Courage.