Υπερτασικοί ασθενείς με υψηλό καρδιαγγειακό κίνδυνο οφελούνται από την επιδίωξη χαμηλότερων αρτηριακών πιέσεων (συστολική πίεση < 120mmHg), σύμφωνα με τα αποτελέσματα της πολυκεντρικής μελέτης SPRINT, που ανακοινώθηκαν στο τελευταίο συνέδριο της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρείας και δημοσιεύθηκαν στην ηλεκτρονική έκδοση του N Engl J Med.Στην μελέτη τυχαιοποιήθηκαν 9.361 υπερτασικοί ασθενείς με ηλικία μεγαλύτερη των 50 ετών, χωρίς σακχαρώδη διαβήτη, οι οποίοι είχαν υψηλό καρδιαγγειακό κίνδυνο: δεκαετής καρδιαγγειακός κίνδυνος 15% ή χρόνια νεφρική ανεπάρκεια ή ηλικία μεγαλύτερη των 75 ετών. Η συστολική πίεση των ασθενών κατά την έναρξη της μελέτης ήταν από 130 έως 180 mmHg. Οι ασθενείς που συμμετείχαν στην ομάδα επιθετικής ρύθμισης (στόχος συστΑΠ<120mmHg) έλαβαν κατά μέσο όρο τρία αντιυπερτασικά φάρμακα και επέτυχαν μέση συστολική πίεση 121,4mmHg στο πρώτο έτος παρακολούθησης. Στην άλλη ομάδα η μέση συστολική πίεση ήταν 136,2mmHg με δύο αντιυπερτασικά φάρμακα κατά μέσο όρο.
Η επιθετική ρύθμιση οδήγησε σε σημαντική μείωση στο πρωτογενές καταληκτικό σημείο (καρδιαγγειακός θάνατος, οξύ στεφανιαίο σύνδρομο, εγκεφαλικό επεισόδιο, καρδιακή ανεπάρκεια), με αποτέλεσμα την πρόωρη διακοπή της μελέτης (1,65% ετησίως αντί 2,19% ετησίως, p<0.001). Κατά τα 3,26 έτη διαρκείας της μελέτης 61 ασθενείς χρειάστηκε να αντιμετωπιστούν επιθετικά (“number to treat”) για να αποφευχθεί ένα καταληκτικό σημείο. Οι σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες της αντιυπερτασικής αγωγής (υπόταση, ηλεκτρολυτικές διαταρραχές, οξεία νεφρική ανεπάρκεια) ήταν λίγο συχνότερες, χωρίς στο σύνολο τους να υπάρχει στατιστικώς σημαντική διαφορά (1.793 ασθενείς στην ομάδα επιθετικής ρύθμισης – ποσοστό 38,3% αντί 1.736 – ποσοστό 37,1% στην ομάδα συμβατικής ρύθμισης, p=0,25).
Τα αποτελέσματα της SPRINT θέτουν σε αμφισβήτηση τις οδηγίες της Joint National Committee των Η.Π.Α. (JNC 8), όπου στόχος της αντιυπερτασικής αγωγής μετά την ηλικία των 60 ετών είναι συστολική πίεση 150mmHg.