Οι «θαυματουργές» ενέσεις
Αναδημοσίευση από τους "Ρυθμούς της Καρδιάς", περιοδική έκδοση του ΕΛ.Ι.ΚΑΡ.

Η σεμαγλουτίδη (Ozempic, Wegovy, Rybelsus) και η τιρζεπατίδη (Munzaro, Zepbound) είναι σχετικά νέα φάρμακα, που έχουν εδραιώσει τη θέση τους στη θεραπεία του σακχαρώδους διαβήτη και διεκδικούν κεντρικό ρόλο στην αντιμετώπιση της νοσογόνου παχυσαρκίας. Πρόκειται για διαφορετικές ουσίες με παραπλήσια δράση, αφού αμφότερες συνδέονται σε υποδοχείς (τους GLP-1: Glucagon-Like 1 Peptide υποδοχείς), που υπάρχουν στο πάγκρεας, στον εγκέφαλο, στον πεπτικό σωλήνα και αλλού (νεφροί, καρδιά, πνεύμονες), ρυθμίζοντας τα επίπεδα της γλυκόζης και οδηγώντας σε απώλεια βάρους. Η μείωση των επιπέδων της γλυκόζης επιτυγχάνεται χάρις στη δράση τους στους υποδοχείς του παγκρέατος, διορθώνοντας την ανεπαρκή έκκριση ινσουλίνης από το πάγκρεας, η οποία παρατηρείται σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου ΙΙ (την επίκτητη και συχνότερη μορφή διαβήτη). Η απώλεια βάρους οφείλεται κυρίως στην επίδραση τους στους υποδοχείς του πεπτικού συστήματος, όπου καθυστερούν την κένωση και προκαλούν αίσθημα πλήρωσης, και στους υποδοχείς του εγκεφάλου, όπου μειώνουν το αίσθημα της πείνας. Η τιρζεπατίδη έχει μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα από τη σεμαγλουτίδη, επειδή συνδέεται σε μια ακόμη κατηγορία υποδοχέων (τους GIP: Glucose-dependent Insulinotropic Polypeptide υποδοχείς) στο πάγκρεας και στον εγκέφαλο.

Και τα δύο φάρμακα χορηγούνται με υποδόρια εβδομαδιαία ένεση σε σταδιακά αυξανόμενες δόσεις, ενώ εσχάτως υπάρχει και η δυνατότητα χορήγησης της σεμαγλουτίδης σε χάπι (Rybelsus). Οι συχνότερες ανεπιθύμητες ενέργειες αφορούν στο πεπτικό σύστημα, και συνήθως παρουσιάζουν έξαρση κάθε φορά που αυξάνεται η δόση της υποδόριας χορήγησης, υποχωρώντας στη συνέχεια. Η ναυτία αναφέρεται σε ποσοστά που πλησιάζουν το 20%, και ο έμετος σε ποσοστά από 5-10%. Οι διαταραχές των κενώσεων είναι συχνές, συνηθέστερα διάρροια αλλά και δυσκοιλιότητα (περί το 10-15% και 5% αντίστοιχα). Στις μελέτες με σεμαγλουτίδη περίπου ένας στους τρεις ασθενείς παρουσιάζει γαστρεντερικά ενοχλήματα, αλλά μόλις το 3-4% του συνόλου διακόπτουν πρόωρα την αγωγή. Στις μελέτες με τιρζεπατίδη τέσσερις στους δέκα ασθενείς έχουν ενοχλήματα, αλλά επίσης μικρό ποσοστό, από 3% έως 6%, αναγκάζονται να διακόψουν την θεραπεία. Άλλες ανεπιθύμητες ενέργειες είναι η υπογλυκαιμία, η ταχυκαρδία, αλλεργικές αντιδράσεις καθώς και η χολολιθίαση και η αύξηση των παγκρεατικών ενζύμων. Η σοβαρότερη ανεπιθύμητη ενέργεια είναι η οξεία παγκρεατίτιδα, που καταγράφεται σε ποσοστό μικρότερο του 1%, χωρίς να είναι απολύτως σίγουρο πως οφείλεται στην αγωγή, αφού σε αρκετές μελέτες δεν υπερβαίνει σε ποσοστό τις περιπτώσεις παγκρεατίτιδας που εμφανίζουν οι διαβητικοί ασθενείς, οι οποίοι λαμβάνουν εικονικό φάρμακο. Παρά τα αντικρουόμενα δεδομένα, ενδεχόμενο ιστορικό ή προδιάθεση για την ανάπτυξη παγκρεατίτιδας αποτελεί αντένδειξη για την χορήγηση σεμαγλουτίδης και, λιγότερο, της τιρζεπατίδης (η συμβολή της οποίας στην πρόκληση παγκρεατίτιδας είναι ακόμα πιο αμφίβολη).

Μελέτες σε διαβητικούς και παχύσαρκους ασθενείς

Έχουμε πληθώρα μελετών σε διαβητικούς ασθενείς τόσο μετά από χορήγηση σεμαγλουτίδης όσο και μετά από τιρζεπατίδη, που πιστοποιούν πως τα φάρμακα αυτά οδηγούν σε καλύτερη ρύθμιση του διαβήτη, επιτυγχάνοντας παράλληλα σημαντική απώλεια βάρους. Έχουν χρησιμοποιηθεί σταδιακά αυξανόμενες δόσεις σεμαγλουτίδης (0,5mg-1mg-2mg) και τιρζεπατίδης (5mg-10mg-15mg) σε εβδομαδιαία υποδόρια ένεση συγκρινόμενες με εικονικό φάρμακο. Σε μια συνδυασμένη ανάλυση 22 διαφορετικών σχετικών μελετών, που αφορά σε περισσότερους από 18.000 διαβητικούς ασθενείς η τιρζεπατίδη στη δόση των 15mg οδήγησε στη μεγαλύτερη μείωση της γλυκοσυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (είναι η εξέταση που αξιολογεί πόσο καλά ρυθμίστηκε ο διαβήτης το τελευταίο τρίμηνο), με αμέσως καλύτερα αποτελέσματα για τα 10mg της τιρζεπατίδης και στη συνέχεια για τα 2mg της σεμαγλουτίδης. Η τιρζεπατίδη σε δόσεις 10 mg και 15mg οδήγησε επίσης σε μεγαλύτερη μείωση σωματικού βάρους των διαβητικών ασθενών συγκρινόμενη με τις δόσεις 1 mg και 2 mg σεμαγλουτίδης. Η δε μικρότερη εβδομαδιαία δόση (5 mg) της τιρζεπατίδης επίσης κατέληξε σε μεγαλύτερη απώλεια βάρους από τις εβδομαδιαίες δόσεις 0,5 mg και 1 mg σεμαγλουτίδης. Όσον αφορά στις επιπλοκές, στη μέγιστη δόση τιρζεπατίδης (15mg) αυξάνεται η επίπτωση γαστρικών ενοχλημάτων, χωρίς να καταγραφεί διαφορά στις σοβαρές επιπλοκές.

Η υποδόρια χορήγηση σεμαγλουτίδης και τιρζεπατίδης έχει επίσης χρησιμοποιηθεί σε παχύσαρκους ασθενείς που δεν πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη με εντυπωσιακά αποτελέσματα στην απώλεια βάρους. Σε μια μελέτη σύγκρισης των δύο ουσιών σε 751 παχύσαρκους ασθενείς η τιρζεπατίδη (10 και 15mg) υπερείχε της σεμαγλουτίδης (1,7 και 2,4mg) τόσο στη μείωση της περιφέρειας μέσης όσο και στην απώλεια κιλών. Μετά από 72 εβδομάδες χορήγησης των φαρμάκων υποδορίως, οι ασθενείς που λάμβαναν σεμαγλουτίδη μείωσαν κατά 14% το σωματικό τους βάρους κατά μέσο όρο και όσοι ελάμβαναν τιρζεπατίδη 20% κατά μέσο όρο. Οι επιπλοκές ήταν κυρίως από τον γαστρεντερικό σωλήνα χωρίς να διαφέρουν σημαντικά στις δύο ομάδες ασθενών.

«Κάθε θαύμα τρεις ημέρες»

Αποτελεί ευτύχημα η σημαντική πρόοδος της φαρμακολογίας και είναι παραπάνω από ευπρόσδεκτη η βοήθεια φαρμάκων όπως η σεμαγλουτίδη και η τιρζεπατίδη στη ρύθμιση του σακχαρώδους διαβήτη, αλλά και στην απώλεια βάρους, αφού η παχυσαρκία αποτελεί αναμφίβολα μάστιγα του δυτικού πολιτισμού. Στη δεύτερη περίπτωση πάντως, της παχυσαρκίας, χρειάζεται να διευκρινιστούν τα όρια πέραν των οποίων αξίζει να χρησιμοποιηθεί η φαρμακευτική παρέμβαση, που δεν στερείται παρενεργειών. Η ολοένα ευρύτερη χρήση αυτών των φαρμάκων, πάντοτε υπό ιατρική καθοδήγηση, θα αυξήσει τα δεδομένα που διαθέτουμε σχετικά με την ασφαλή τους χορήγηση, η δε αναμενόμενη επιβεβαίωση της αποτελεσματικότητας τους σε μορφή χαπιού θα κάνει δελεαστικότερη την χρήση τους.

Ωστόσο με τα φάρμακα αυτά παρατηρείται ό,τι και σε διάφορες δίαιτες, «θαυματουργές» ή μη: στην πλειονότητα των περιπτώσεων τα καλά αποτελέσματα δεν αντέχουν στον χρόνο, επιβεβαιώνοντας την ελληνική παροιμία «κάθε θαύμα τρεις ημέρες» (ήταν από τις αγαπημένες του ιδρυτή του ΕΛ.Ι.ΚΑΡ., του αείμνηστου Καθηγητή μας, κ. Παύλου Τούτουζα). Η επαναφορά των παλαιών συνηθειών που οδήγησαν στην παχυσαρκία αποτελεί τον κανόνα, από τον οποίο δεν αποκλίνει η «θαυματουργός» επίδραση των ενέσεων σεμαγλουτίδης και τιρζεπατίδης. Η δραστική μεταβολή των διατροφικών συνηθειών και υιοθέτηση της τακτικής άσκησης είναι το πραγματικό θαύμα, αυτό που μπορεί να μετατρέψει το θετικό θερμιδικό ισοζύγιο σε αρνητικό, κατά την διάρκεια της απώλειας παραπανήσιων κιλών, αλλά και να το διατηρήσει ισοσκελισμένο μακροπρόθεσμα.