Περισσότεροι από τους μισούς ενήλικες που λαμβάνουν στατίνη θα την διακόψουν, σύμφωνα με μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα μελέτη από τα νοσκομεία Brigham & Women’s και Massachusetts General (Harvard Medical School), που δημοσιεύεται στο Annals of Internal Medicine (2 Απριλίου 2013). Όταν όμως ο ιατρός επιμένει επανεισάγοντας την αγωγή με την ίδια ή διαφορετική στατίνη, η μεγάλη πλειοψηφία (9 στους 10) λαμβάνει το φάρμακο κανονικά σε έλεγχο μετά από 12 μήνες.
Από τους 134.263 ενήλικες που άρχισαν αγωγή με στατίνη (συνηθέστερα ατορβαστατίνη ή σιμβαστατίνη) μεταξύ των ετών 2000-2008 οι 57.292 (ποσοστό 53,1%) διέκοψαν την αγωγή τουλάχιστον μία φορά. Η συχνότερη καταγραφόμενη αιτία διακοπής της αγωγής ήταν “δεν χρειάζεται πλέον η χορήγηση”, με αμέσως επόμενες το “υψηλό κόστος της θεραπείας”, αίτηση αλλαγής στατίνης ή γενικότερα υπολιπιδαιμικής αγωγής από τον ασφαλιστικό φορέα ή, τέλος, “ο ασθενής δεν θέλει να συνεχίσει”.
Το σύνολο των ασθενών που εμφάνισαν παρενέργεια του φαρμάκου οποτεδήποτε κατά τα έτη 2000-2008 ήταν 18.778 (ποσοστό 17,4%) και από αυτούς οι 11.124 διέκοψαν, προσωρινά έστω, το φάρμακο. Η συχνότερα καταγραφόμενη παρενέργεια ήταν μυαλγία/μυοπάθεια (4,7% επί του συνόλου των ασθενών), διαταρραχές μυοσκελετικού/συνδετικών ιστών (2,5%), ηπατικές διαταρραχές (2,1%) και γαστρεντερικές διαταρραχές (1,6%). Η επίπτωση ραβδομυόλυσης ήταν 0,006%. Περισσότεροι από τους μισούς ασθενείς που διέκοψαν λόγω παρενέργειας, ξανάρχισαν, μετά από συμβουλή του ιατρού, αγωγή με στατίνη μέσα στους επόμενους 12 μήνες (οι 4 στους 10 με την ίδια στατίνη). Η μεγάλη πλειοψηφία από αυτούς ανέχθηκε το φάρμακο καλώς, με αποτέλεσμα το 90% να συνεχίζει κανονικά την αγωγή σε έλεγχο 12 μήνες αργότερα. Ένας στους οκτώ ασθενείς (ποσοστό 13,2%) που είχε παρουσιάσει παρενέργεια στην πρώτη στατίνη, εμφάνισε επίσης και στην δεύτερη (εναλλακτική) στατίνη.
Όσον αφορά στους 46.168 ασθενείς που διέκοψαν την αγωγή, για λόγους άσχετους με παρενέργεια του φαρμάκου, οι 2 στους 3 ξεκίνησαν ξανά αγωγή με στατίνη μέσα στους επόμενους 12 μήνες (συνήθως διαφορετική από την αρχική) και σε ποσοστό 98% συνέχιζαν κανονικά την αγωγή τους σε επανέλεγχο 12 μήνες αργότερα.