Ευεργετικές παρεμβάσεις στην καρδιακή ανεπάρκεια
Αύξηση βιωσιμότητας στην καθημερινή κλινική πράξη. Δεδομένα από το IMPROVE-HF Registry

Η εφαρμογή των παρεμβάσεων, που έχει αποδειχθεί πως είναι ωφέλιμες και συστήνονται από τις σχετικές οδηγίες, αυξάνει την πιθανότητα επιβίωσης ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια από 80% έως και 90%, με την μεγαλύτερη ωφέλεια να προέρχεται από τον καρδιακό επανασυγχρονισμό μέσω βηματοδότησης (CRT) και από τους β-αναστολείς. Τα συμπεράσματα δημοσιεύονται στο Journal of the American Heart Association: Cardiovascular and Cerebrovascular Disease, το νέο περιοδικό ελεύθερης πρόσβασης από την American Heart Association. Πρόκειται για ανάλυση των δεδομένων του IMPROVE-HF Registry, ως προς την επίδραση 7 διαφορετικών ενδεικνυόμενων θεραπευτικών παρεμβάσεων στην επιβίωση ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια. Συγκεκριμένα, αξιολογήθηκε η επίδραση θεραπείας με Α-ΜΕΑ, β-αναστολείς, ανταγωνιστές αλδοστερόνης, αντιπηκτική αγωγή για κολπική μαρμαρυγή/πτερυγισμό, ο καρδιακός επανασυγχρονισμός μέσω βηματοδότη (CRT), η εμφύτευση καρδιακού απινιδωτή (ICD) και η εκπαίδευση του ασθενούς. Παρατηρήθηκε επιπλέον αύξηση της βιωσιμότητας σε διετή κλινική παρακολούθηση, για κάθε επιπλέον θεραπευτική παρέμβαση, παρόλο που μετά τις πρώτες τέσσερις ή πέντε ενδεικνυόμενες θεραπευτικές παρεμβάσεις, η ωφέλεια παρουσίαζε εικόνα “plateau”. Βλέποντας μεμονωμένα κάθε διαφορετική παρέμβαση, οι β-αναστολείς μείωσαν κατά 58% τη θνητότητα, ο καρδιακός επανασυγχρονισμός κατά 56% και η χορήγηση Α-ΜΕΑ (ή εναλλακτικά αναστολέα των υποδοχέων της αγγειοτενσίνης ΙΙ, ARBs) κατά 44%.

ACE/ARB 0.56 (0.47-0.67)
Beta blocker 0.42 (0.34-0.52)
Aldosterone antagonists 1.05 (0.74-1.51)
Anticoagulation for atrial fibrillation 0.73 (0.57-0.95)
ICD 0.62 (0.53-0.73)
CRT 0.44 (0.29-0.67)
Heart-failure education 0.73 (0.62-0.85)

Η μόνη από τις παρεμβάσεις που δεν φάνηκε να οδηγεί σε στατιστικά σημαντική βελτίωση της βιωσιμότητας σε αυτήν την ανάλυση, παρόλο που έχει αποδείξει την αξία της σε τυχαιοποιημένες κλινικές μελέτες, ήταν η χορήγηση αναστολέων της αλδοστερόνης, ίσως επειδή το μέγεθος της ωφέλειας μειώθηκε εξ’ αιτίας της παρουσίας όλων των υπολοίπων παρεμβάσεων.