Τεχνητές γλυκαντικές ουσίες: επιβλαβείς σε μεγάλες ποσότητες;

Από την εμφάνιση της ζαχαρίνης, της πρώτης τεχνητής γλυκαντικής ουσίας (1879) και τις πολλές επόμενες να ακολουθούν (ασπαρτάμη, ακεσουλφάμη, σουκραλόζη, κυκλαμικό νάτριο, στέβια, νεοεσπεριδίνη και άλλες)  έχουν υπάρξει μελέτες που συσχετίζουν την κατανάλωση τους με αυξημένη επίπτωση σακχάρου, παχυσαρκίας και υψηλών τιμών λιπιδίων στο αίμα, χωρίς ποτέ να καταλήγουν σε αδιαμφισβήτητα αποτελέσματα. Πρόσφατα δημιουργήθηκε θόρυβος από τη συσχέτιση της κατανάλωσης τεχνητών γλυκαντικών ουσιών με τη μεταβολή της χλωρίδας του εντέρου, κάτι που δυνητικά θα μπορούσε να οδηγήσει σε καρκινογένεση, αλλά η σχετική μελέτη αφορούσε ποντικούς και δικαιολογημένα αμφισβητείται η αξία της όσον αφορά στον ανθρώπινο οργανισμό. H Υπηρεσία Φαρμάκων και Τροφίμων των Η.Π.Α. (Food & Drug Administration, FDA) πάντως δέχεται συχνά κριτική επειδή θεωρεί τις παραπάνω ουσίες ασφαλείς ακόμα και σε καθημερινή κατανάλωση σχετικά μεγάλων ποσοτήτων.

Τούτων δοθέντων είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα σχετική μελέτη που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο γνωστότερο ιατρικό περιοδικό των Βρεττανών παθολόγων (British Medical Journal), σύμφωνα με την οποία η υπερκατανάλωση τεχνητών γλυκαντικών ουσιών μπορεί να οδηγήσει σε εμφράγματα και εγκεφαλικά επεισόδια, ενοχοποιώντας ιδιαίτερα τρεις συχνά χρησιμοποιούμενες γλυκαντικές ουσίες: την ασπαρτάμη, την ακεσουλφάμη και τη σουκραλόζη.

Η σχετική δημοσίευση προκύπτει από μεγάλη σε αριθμό συμμετεχόντων και πολυετή σε διάρκεια έρευνα των διατροφικών συνηθειών στη Γαλλία, η οποία ξεκίνησε το 2009 και αφορά σε περισσότερους από 100.000 υγιείς Γάλλους πολίτες άνω των 18 ετών, που δέχθηκαν να συμμετέχουν εθελοντικώς, καταγράφοντας διαχρονικά τις διαιτητικές τους συνήθειες καθώς και στοιχεία σχετικά με την άσκηση και τον τρόπο ζωής τους. Η μέση ηλικία των συμμετεχόντων ήταν τα 42 έτη και το 80% είναι γυναίκες.

Στη διάρκεια της μελέτης οι συμμετέχοντες κατέγραφαν περιοδικά τροφές και ποτά, τα οποία και φωτογράφιζαν πριν τα καταναλώσουν! Η ημερήσια κατανάλωση γλυκαντικών ουσιών ήταν από τις βασικές αναφορές στα ερωτηματολόγια της μελέτης, λόγω της μακρόχρονης αντιπαράθεσης σχετικά με την βλαπτική ή όχι επίδραση τους. Περίπου τέσσερις στους δέκα συμμετέχοντες χρησιμοποιούσαν τεχνητές γλυκαντικές ουσίες, με μέση ποσότητα ημερήσιας κατανάλωσης τα 42,5 χιλιοστογραμμάρια. Όσοι κατανάλωναν πάνω από αυτήν την ποσότητα είχαν αυξημένο κίνδυνο να παρουσιάσουν έμφραγμα ή εγκεφαλικό επεισόδιο στη διάρκεια της μέχρι τούδε παρακολούθησης συγκριτικά με όσους δεν κατανάλωναν καθόλου γλυκαντικές ουσίες. Συγκεκριμένα παρατηρήθηκαν 346 επεισόδια (έμφραγμα ή εγκεφαλικό) ανά 100.000 άτομα με υψηλή κατανάλωση γλυκαντικών ουσιών συγκριτικά με 316 επεισόδια ανά 100.000 άτομα που δεν κατανάλωναν καθόλου σχετικές ουσίες για κάθε έτος παρακολούθησης. Μεγάλες ποσότητες καθημερινής κατανάλωσης ασπαρτάμης οδήγησαν σε περισσότερα εγκεφαλικά επεισόδια, ενώ υψηλές ημερήσιες καταναλώσεις  ακεσουλφάμης (sweet one) και σουκραλόζης σε περισσότερα εμφράγματα. Διαφορές δεν υπήρξαν σε όσους κατανάλωναν ποσότητες μικρότερες των 42,5 χιλιοστογραμμαρίων ημερησίως.

Το γενικό συμπέρασμα των ερευνητών είναι πως οι τεχνητές γλυκαντικές ουσίες μπορούν να χρησιμοποιούνται άφοβα κατά περίσταση, αλλά η καθημερινή και κατ’ εξακολούθηση χρήση τους σε μεγάλες ποσότητες φαίνεται να επηρεάζει αρνητικά την καρδιαγγειακή υγεία. Είναι δυστυχώς πιθανό να καταναλώνουμε συνθετικά γλυκαντικά εν αγνοία μας, αφού αυτά εμπεριέχονται πολύ συχνά σε κατεργασμένες τροφές, που μπορεί να αγοράσουμε στο super market. Αν τα συμπεράσματα αυτής της μελέτης επιβεβαιωθούν και από επόμενες (συχνά βλέπουμε αντικρουόμενα συμπεράσματα σε έρευνες αυτού του τύπου παρακολούθησης) το “μέτρον άριστον” και στην κατανάλωση τεχνητών γλυκαντικών ουσιών θα αποδειχθεί σημαντική παράμετρος για τη διαφύλαξη της δημόσιας υγείας. Φτάνει βέβαια τυχόν μείωση της κατανάλωσής των τεχνητών γλυκαντικών ουσιών να μην συνοδεύεται από αύξηση της κατανάλωσης της κλασσικής ζάχαρης,  ενδεχόμενο που θα οδηγούσε σε πολλαπλάσια βλαπτικά αποτελέσματα.